σπιράλ

σπιράλ
το, Ν
1. είδος εντομοαπωθητικού αποτελούμενο από στερεό υλικό σε σχήμα σπείρας με πολλαπλές έλικες, το οποίο ανάβεται στο εξωτερικό του άκρο και αργοκαίει
2. ιατρ. είδος αντισυλληπτικού πώματος που εισάγεται στον κολεό τής μήτρας, σπείραμα
3. είδος τετραδίου τού οποίου τα φύλλα είναι συνδεδεμένα με σπειροειδές σύρμα στην παρυφή του.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. spiral < μσν. λατ. spiralis < λατ. spira < σπείρα].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • σπείραμα — άματος, το, ΝΑ, και ιων. τ. σπείρημα Α [σπειρῶμαι] καθετί που είναι περιελιγμένο ελικοειδώς νεοελλ. φρ. α) «αγγειώδες σπείραμα» ή «νεφρικό σπείραμα» (ανατ. φυσιολ.) μικροσκοπικό τολύπιο τριχοειδών αγγείων που σχηματίζουν δίκτυο ανάμεσα σε ένα… …   Dictionary of Greek

  • Γκούγκενχαϊμ, μουσείο — (Guggenheim museum). Μουσείο στη Νέα Υόρκη της Αμερικής. Το 1930 ο Σόλομον Γκούγκενχαϊμ, βιομήχανος χαλκού και φιλότεχνος, αποφάσισε να ιδρύσει και να χρηματοδοτήσει ένα μουσείο αποκλειστικά αφιερωμένο στη μοντέρνα τέχνη. Την κατασκευή του… …   Dictionary of Greek

  • Πολωνία — Κράτος της Κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει στα Δ με τη Γερμανία και την Τσεχία, στα ΒΑ με τη Ρωσία και τη Λιθουανία, στα Α με τη Λευκορωσία και την Ουκρανία στα Ν με τη Σλοβακία, ενώ βρέχεται στα Β από τη Βαλτική θάλασσα.H Πολωνία καταλαμβάνει, στη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”